Μπουκάλι με νερό

πεσμένος στη φύση

με χαιρετά

χτυπά την μπάλα

και με καλεί για αντίπαλο

η καινούργια οθόνη παίζει

σε επανάληψη

την πρώτη ενηλικίωση

ο χρόνος στρώνει το χαλίκι

και η μπασκέτα κρέμεται

στην έξοδο των πόλεων

ύστερα, παίρνουμε το τραινάκι

και δεν κοιτάμε πια κανέναν

αυτό γράφουν οι οδηγίες

ποιος ξέρει τι θα είναι

αυτή η κόση

λέω στο ημίχρονο

ο φίλος που συστήθηκε

με ένα όνομα από Π.

μου κάνει πάσα ένα μπουκάλι με νερό

μασάς τα λόγια σου

μου λέει

σε όλα τα παιχνίδια

η κόλαση εκφέρεται

με ένα στόμα υγρό

να βρίσκονται οι συλλαβές σε τάξη

πάμε πάλι απ’ τη γέννηση

να γίνεις αυτό

που χωρά στη Μητέρα

Και οι άντρες να ρίχνουν την μπάλα

Να τρώνε μακαρόνια και κυδώνι γλυκό ,να έχουν γήπεδα εικόνες με παρτέρια και αγώνες καλλιτεχνικού πατινάζ

Και οι άντρες να είναι αβέβαιοι για τις αποφάσεις τους και έτοιμοι να δεχθούνε την βοήθεια μίας ξενοδόχου ή το έγκαυμα που αφήνει η αγάπη

Και να έχουν ένα τετράδιο με στίχους του Εγγονόπουλου και κάθε φορά που τους μιλάμε να λένε” μην ομιλείται εις τον οδηγό” και να λένε θα γυρίσω σπίτι τώρα να πλύνω ρούχα

Και οι άνδρες να βάζουν τις κάλτσες διπλωμένες στο πλυντήριο και να σφυρίζουν το όνομα του αγαπημένου προσώπου που κοιμάται, δουλεύει ή είναι εγκαταλελειμμένο

Και να σκουπίζουν με τη ροβέντα το χαλί και τις βλεφαρίδες τους, μήπως μείνουν στη σακούλα το ψωμί και η σοκολάτα και το λίπος της μέσης

Και οι άντρες να παίζουν τις πάνινες κούκλες που βρήκαν στο Νόβισαντ και την Κυψέλη που ήταν παλιές όσο και η ραφή τους

Και να περνούν χρόνο άσκοπα μυρίζοντας τα απορρυπαντικά του 3ου διαδρόμου τριαντάφυλλα και σανταλόξυλο

Και να γίνονται σαχλοί και να γεμίζουν μύξες απ’ τα κλάματα τα χείλη και να πεινούν , καθώς θυμούνται

Και να ζωγραφίζουν τη μαμά και τον μπαμπά στο Νισάν για τον Πολύγυρο

Και οι άντρες να βλέπουν με λίγο κλειστά τα μάτια για να πιάσουν τη θολότητα και αυτό το τρέμουλο που έχει η κανάτα και το πορτοκάλι

Και να διψούν για έρωτα και να διαβάζουν βίπερ μες στα τρένα

Και να τους λένε μέχρι εδώ στα Τρίκαλα η πορεία

Και οι άντρες να μυρίζουν μαργαρίτες και μία κάλτσα από την γ’ δημοτικού και να φυτεύουν κήπο με πατάτες και καρότα

Και τραπέζι να κάνουν στους εαυτούς τους, που σαν νέους φίλους τούς καλούν να φάνε ,να τα πούνε και απ’ την αρχή να γνωριστούνε πάλι και πάλι και πάλι