εκδόσεις Μετρονόμος

Η ΣΚΑΚΙΕΡΑ

Ώ πλην γυναικός τα δ’ άλλα Νικηφόρος*

Βουβός μετρώ αντίστροφα

σιωπές, στιγμές, εικόνες

ξορκίζω τους χειμώνες

με ώρες, με λεπτά

κι εσύ κοιτάζεις γύρω σου

τα σπίτια στον αέρα

ανοίγεις μια σκακιέρα

και μπαίνεις στα κλεφτά.

Στο έδαφος τ’ ασπρόμαυρο

νικάς κάθε μου πιόνι

στο τέλος μένεις μόνη

και φεύγεις σκεφτική.

Μα εγώ που μόνο κόκκινα

ζητούσα να βαδίσω

απόψε πώς θα ζήσω

χωρίς στρατηγική;

Φιλί-φιλί τον θάνατο

στα χείλη μου ποτίζεις

οινόπνευμα σκορπίζεις

στο χώμα που πατώ

μετά γυρνάς στους πύργους σου

ντυμένη στο μετάξι

αχ, πόσα μου ’χεις τάξει

και πόσα σου ζητώ.

Πεσμένος στα τετράγωνα

σε μαύρο-άσπρο πλάνο

το ξέρω πως σε χάνω

σαν έρθει η ανατολή.

Περπάτησε στο σώμα μου

τα μάτια πριν δακρύσω

προτού να σου ζητήσω

χαριστική βολή.

*Απόσπασμα από επιτύμβιο επίγραμμα του
μητροπολίτη Μελιτίνης

Ιωάννη στον τάφο του Νικηφόρου Φωκά. Ο
αυτοκράτορας δολοφο-

νήθηκε μετά από συνωμοσία
που οργάνωσε η σύζυγός του Θεανώ.

ΤΟ ΓΕΛΙΟ ΤΟΥ ΑΔΑΜ

Θα σε κλείσω σ’ ένα σπίτι

κάποιο μεσονύχτι

που το κτίσαν οι καιροί

στάλα-στάλα με κερί

και θα σπείρω μες στους κήπους

της καρδιάς τους κτύπους

να μυρίσει η αυλή

καημό αειθαλή.

Θα σε κρύψω μην πληγώνεις

χάδι της αγχόνης

όσους στάθηκαν δειλοί

και σου χάρισαν φιλί.

Με καρφί και τίμιο ξύλο

κι ένα σάπιο μήλο

τη ζωή τους ξεγελάν

με το γέλιο του Αδάμ.